Τι σημαίνει το auge στο πορτογαλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης auge στο πορτογαλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του auge στο πορτογαλικά.

Η λέξη auge στο πορτογαλικά σημαίνει απόγειο, απόγειο, τα καλύτερά μου χρόνια, ζενίθ, τελευταίος, απόγειο, αποκορύφωμα, μεσουράνημα, αιχμή, άκρο, έσχατο σημείο, απόγειο, απόγειο, αιχμής, αύξηση, ακμή, το μεγάλο μπαμ, μεσουράνημα, αποκορύφωμα, έχω εξαιρετικές επιδόσεις, πολύ της μόδας, στην κορυφή, στο ψηλότερο σημείο, στο πιο ψηλό σημείο, κορυφώνομαι. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης auge

απόγειο

substantivo masculino (triunfo)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

απόγειο

substantivo masculino (figurado: topo) (μεταφορικά)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Adam teve que trabalhar duro e finalmente atingiu o auge da carreira.
Ο Άνταμ είχε εργαστεί σκληρά και είχε επιτέλους φτάσει στο απόγειο της καριέρας του.

τα καλύτερά μου χρόνια

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Muitas pessoas dizem que os 30 anos são o auge da sua vida.
Πολλοί λένε πως η δεκαετία των τριάντα είναι τα καλύτερά μας χρόνια.

ζενίθ

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)
Ao ser designado chefe do departamento de Filosofia, ele atinguiu o auge de sua profissão.
Με τον διορισμό του ως επικεφαλής του τμήματος Φιλοσοφίας έφτασε στο ζενίθ της καριέρας του.

τελευταίος

substantivo masculino

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Quando o telefone foi inventado, era o auge da tecnologia.
Όταν πρωτοεφευρέθηκε το τηλέφωνο ήταν η αιχμή της τεχνολογίας.

απόγειο, αποκορύφωμα, μεσουράνημα

substantivo masculino

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

αιχμή

substantivo masculino (μεταφορικά)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

άκρο, έσχατο σημείο

(situação extrema)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

απόγειο

(μεταφορικά)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

απόγειο

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
O jovem advogado está no topo da sua carreira.
Ο νεαρός δικηγόρος βρίσκεται στο ζενίθ της καριέρας του.

αιχμής

(σε γενική)

(ουσιαστικό σε θέση επιθέτου: Ουσιαστικό που χρησιμοποιείται ως επίθετο, π.χ. είμαι χώμα από την κούραση κλπ.)
O preço da gasolina sobe durante os períodos de pico de viagem.

αύξηση

(anglicismo)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

ακμή

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

το μεγάλο μπαμ

(ανεπίσημο, καθομ)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

μεσουράνημα

substantivo masculino (μεταφορικά, λόγιος)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

αποκορύφωμα

(o momento mais importante) (η πιο σημαντική στιγμή)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
O destaque da viagem foi a visita à Torre Eiffel.
Το αποκορύφωμα του ταξιδιού ήταν η επίσκεψη στον Πύργο του Άιφελ.

έχω εξαιρετικές επιδόσεις

expressão (figurado: performance excelente)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

πολύ της μόδας

(algo muito popular)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

στην κορυφή, στο ψηλότερο σημείο, στο πιο ψηλό σημείο

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

κορυφώνομαι

expressão (alcançar ponto mais alto)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
A popularidade do cantor atingiu o auge com seu segundo álbum. As vendas do terceiro álbum foram muito menores.
Η δημοτικότητα του τραγουδιστή κορυφώθηκε με τον δεύτερό του δίσκο· οι πωλήσεις του τρίτου του δίσκου ήταν πολύ πιο χαμηλές.

Ας μάθουμε πορτογαλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του auge στο πορτογαλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο πορτογαλικά.

Γνωρίζετε για το πορτογαλικά

πορτογαλικά (português) είναι μια ρωμαϊκή γλώσσα εγγενής στην Ιβηρική χερσόνησο της Ευρώπης. Είναι η μόνη επίσημη γλώσσα της Πορτογαλίας, της Βραζιλίας, της Αγκόλας, της Μοζαμβίκης, της Γουινέας-Μπισάου, του Πράσινου Ακρωτηρίου. Τα Πορτογαλικά έχουν μεταξύ 215 και 220 εκατομμύρια φυσικούς ομιλητές και 50 εκατομμύρια ομιλητές δεύτερης γλώσσας, ήτοι συνολικά περίπου 270 εκατομμύρια. Τα πορτογαλικά συχνά αναφέρονται ως η έκτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, τρίτη στην Ευρώπη. Το 1997, μια ολοκληρωμένη ακαδημαϊκή μελέτη κατέταξε τα πορτογαλικά ως μία από τις 10 γλώσσες με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της UNESCO, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά είναι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες ευρωπαϊκές γλώσσες μετά τα αγγλικά.