Τι σημαίνει το im đi στο Βιετναμέζικο;

Ποια είναι η σημασία της λέξης im đi στο Βιετναμέζικο; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του im đi στο Βιετναμέζικο.

Η λέξη im đi στο Βιετναμέζικο σημαίνει βούλωσέ το, σκάσε, σκασμός. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης im đi

βούλωσέ το

interjection verb

Im đi, làm ơn đấy.
Βούλωσέ το, σε παρακαλώ.

σκάσε

interjection verb

Giờ thì ngồi xuống và im đi.
Τώρα κάτσε κάτω και σκάσε.

σκασμός

noun interjection

Δείτε περισσότερα παραδείγματα

Thôi im đi.
Σκάσε πια.
Im đi, David.
Σκάσε, Ντέιβιντ.
Im đi, Bill.
Σκάσε, Μπιλ.
Im đi, Swann.
Σκάσε, Σβαν.
Im đi! Hôm nay, ta có sóc mới.
Έχουμε κι έναν πρωτάρη, παιδιά.
Im đi và nghe cho kỹ này không hiểu lầm gì cả
Σκάσε και άκουσέ με, για να μην υπάρξουν παρεξηγήσεις.
Anh im đi.
Εσύ σκάσε!
Im đi, Ellis!
Σκάσε,'Ελις!
Melman im đi!
Μέλμαν, σκάσε!
Ana, im đi.
Αννα, σκάσε.
Im đi, Kat, và vào trong đi.
Βούλωστο Κατ, και πάνε μέσα.
im đi!
Βούλωσε το!
Del, vì Chúa, im đi!
Ντελ, για το Θεό, σκάσε!
Im đi và nghe theo tôi.
Σκάσε και άκουσέ με!
Im đi, Bugsy!
Κόφ'το, Ματάρα!
Im đi, tên ngốc.
Σιωπή, ηλίθιε!
Ôi, im đi, mụ đàn bà.
Πάψε, γυvαίκα.
Im đi, thằng con bò!
Bούλωσ'το, Μπουλ!
Im đi, Mike
Σκάσε, Μάικ.
Được rồi, im đi.
Εντάξει, σταμάτα τώρα.
Tôi có thể... Im đi, Brenda!
Βούλωσέ το, Μπρέντα!
Anh im đi được không?
Θα σκάσεις;
sao anh không im đi?
Εε, γιατί δεν το βουλώνεις;
Thiệt tình, cậu im đi.
Σκάσε τώρα.
Sao mẹ không im đi?
Γιατί δεν το βουλώνεις;

Ας μάθουμε Βιετναμέζικο

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του im đi στο Βιετναμέζικο, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Βιετναμέζικο.

Ενημερωμένες λέξεις του Βιετναμέζικο

Γνωρίζετε για το Βιετναμέζικο

Τα βιετναμέζικα είναι η γλώσσα του βιετναμέζικου λαού και η επίσημη γλώσσα στο Βιετνάμ. Αυτή είναι η μητρική γλώσσα του 85% περίπου του βιετναμέζικου πληθυσμού μαζί με περισσότερα από 4 εκατομμύρια στο εξωτερικό. Τα βιετναμέζικα είναι επίσης η δεύτερη γλώσσα των εθνοτικών μειονοτήτων στο Βιετνάμ και μια αναγνωρισμένη γλώσσα εθνοτικών μειονοτήτων στην Τσεχική Δημοκρατία. Επειδή το Βιετνάμ ανήκει στην Πολιτιστική Περιοχή της Ανατολικής Ασίας, τα βιετναμέζικα επηρεάζονται επίσης σε μεγάλο βαθμό από τις κινεζικές λέξεις, επομένως είναι η γλώσσα που έχει τις λιγότερες ομοιότητες με άλλες γλώσσες της οικογένειας των Αυστροασιατικών γλωσσών.