Τι σημαίνει το lanza στο ισπανικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης lanza στο ισπανικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του lanza στο ισπανικά.
Η λέξη lanza στο ισπανικά σημαίνει δόρυ, δόρυ, ανοίγω τον δρόμο, εκτοξεύω, ρίχνω, πετάω, πετώ, εκτοξεύω, ωθώ, σπρώχνω, πετάω, ξεφορτώνομαι, κάνω εμετό, ξερνώ, κυκλοφορώ, λανσάρω, παρουσιάζω, ρίχνω, εκσφενδονίζω, πετάω, ρίχνω, παράγω, δημιουργώ, είμαι ρίπτης, είμαι πίτσερ, είμαι bowler, ρίχνω, βολή, ρίψη, ρίχνω, στέλνω, ρίχνω, πετάω, ρίχνω, ρίχνω, πλασάρω, πετάω, πετώ, λανσάρω, ρίχνω, ρίχνω, σουτάρω, ρίχνω, πετάω, πετάω, πετώ, ρίχνω, πετάω, πετώ, ρίχνω, εκτοξεύω, φτύνω, εκτοξεύω, εκσφενδονίζω, στέλνω, εκδίδω, κυκλοφορώ, παρουσιάζω, ξεκινάω, ξεκινώ, αρχίζω, ρίχνω, πετάω, πετώ, ρίχνω, κυκλοφορώ, ρίχνω, ρίχνω, ξεστομίζω, ρίχνω, πετάω, πετώ, πετάω, ρίχνω, ρίχνω, ρίχνω, ωθώ, σπρώχνω, παρουσιάζω, δίνω, λογχίζω, αιχμή, όπλο εκτόξευσης βελών με αναισθητικό, υποστηρίζω, υπερασπίζομαι, πιστόλι που εκτοξεύει βέλη με βεντούζες, υποστηρίζω, κανόνι νερού. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης lanza
δόρυ
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) La tribu usa lanzas para cazar. Η φυλή χρησιμοποιεί δόρατα για να κυνηγήσουν ζώα. |
δόρυnombre femenino (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Los guerreros usaban lanzas y se quedaban bien lejos de su objetivo. Οι πολεμιστές χρησιμοποίησαν λόγχες και κρατήθηκαν μακριά από τους στόχους τους. |
ανοίγω τον δρόμοverbo transitivo (figurado) (μεταφορικά) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Lanzaron la nueva tienda de yogurt helado regalando muestras todo el día. |
εκτοξεύωverbo transitivo (cohetes, misiles) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) La agencia espacial lanzó otro cohete al espacio a las 6 a.m. Η διαστημική εταιρία εκτόξευσε άλλον έναν πύραυλο στο διάστημα στις 6 πμ. |
ρίχνω, πετάω, πετώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Jacob le lanzó la pelota a Pippa. Ο Τζέικομπ πέταξε την μπάλα στην Πίπα. |
εκτοξεύω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) El volcán lanzó cenizas y lava. |
ωθώ, σπρώχνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
πετάω, ξεφορτώνομαιverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
κάνω εμετόverbo transitivo (AR, UY, rural) (κάτι που έφαγα) |
ξερνώ(coloquial) (καθομιλουμένη) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) |
κυκλοφορώverbo transitivo (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Celebraron una fiesta en Los Ángeles para lanzar la película. ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Κυκλοφόρησε η καινούργια ταινία του Τζακ Νίκολσον. |
λανσάρω, παρουσιάζωverbo transitivo (campaña publicitaria) (μάρκετινγκ: προϊόν) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) La compañía lanzará su nuevo producto el miércoles. Η εταιρία θα λανσάρει (or: παρουσιάσει) το νέο της προϊόν την Τετάρτη. |
ρίχνωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Lanzar una bola en béisbol es tirársela al bateador. |
εκσφενδονίζω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) A Jake se le fue la cabeza y empezó a tirar platos contra la pared. Ο Τζέικ έχασε την ψυχραιμία του και άρχισε να πετά πιάτα στον τοίχο. |
πετάω, ρίχνωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Devon lanzó la pelota justo sobre el montículo. Ο Ντέβον έριξε την μπάλα πάνω από τη βαλβίδα. |
παράγω, δημιουργώverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Nuestro nuevo sistema informático ha lanzado algunos problemas. Το καινούριο μας σύστημα υπολογιστών δημιούργησε λίγα προβλήματα. |
είμαι ρίπτης, είμαι πίτσερverbo transitivo (ρηματική έκφραση: Συνδυασμός βοηθητικού ρήματος και ουσιαστικού, επιθέτου ή μετοχής, π.χ. γίνομαι γιατρός, είμαι ψηλός, είμαι κουρασμένος κλπ.) Luke solía lanzar, pero lo han cambiado recientemente a la primera base. |
είμαι bowlerverbo intransitivo (κρίκετ) (ρηματική έκφραση: Συνδυασμός βοηθητικού ρήματος και ουσιαστικού, επιθέτου ή μετοχής, π.χ. γίνομαι γιατρός, είμαι ψηλός, είμαι κουρασμένος κλπ.) El capitán le dijo a Fred que tenía que lanzar. Ο αρχηγός είπε στον Φρεντ ότι ήταν η σειρά του να είναι bowler. |
ρίχνω(ζάρι) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Es tu turno para lanzar. Aquí están los dados. |
βολή, ρίψη
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) George lanzó el tronco. |
ρίχνωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) El lanzador lanzó una bola curva endiablada que alcanzó la esquina de la base del bateador. |
στέλνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Kane lanzó un tiro bajo al portero. |
ρίχνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Él sopla los dados antes de lanzarlos. |
πετάω, ρίχνωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) A treinta metros de distancia lanzó la pelota contra la portería. Πέταξε τη μπάλα προς την εστία από απόσταση τριάντα μέτρων. |
ρίχνω(dados) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Es tu turno. ¡Lanza el dado! |
πλασάρω(καθομιλουμένη) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Los fabricantes lanzan sus productos con vistas a un mercado específico. Οι παραγωγοί συνήθως πλασάρουν το προϊόν τους σε συγκεκριμένες αγορές. |
πετάω, πετώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Joe lanzó la pelota a Wendy. |
λανσάρω(καθομιλουμένη, ζαργκόν) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) La compañía lanzó el nuevo modelo de coche en octubre. |
ρίχνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) El lanzador lanzó la pelota y el bateador le erró. |
ρίχνωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Andy le lanzó una mirada rápida a Helen. |
σουτάρω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) La futbolista lanzó la pelota por entre los postes. |
ρίχνω, πετάω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) ¡Apúrate y tira la pelota! Βιάσου και ρίξε την μπάλα! |
πετάω, πετώ, ρίχνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) El niño le arrojó una bola de nieve a su profesor. Το αγόρι πέταξε μια χιονόμπαλα στον δάσκαλό του. |
πετάω, πετώ, ρίχνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Trevor trató de tirar una piedra al árbol, pero falló. ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Ο Τρέβορ προσπάθησε να πετάξει μια πέτρα στο δέντρο, αλλά αστόχησε. |
εκτοξεύω, φτύνω(insultos) (μεταφορικά: κτ σε κπ) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) El viejo Larry se sentaba en su porche delantero y soltaba insultos a los escolares que iban pasando. Ο γερο-Λάρυ πάντα καθόταν στην μπροστινή αυλή του και εκτόξευε βρισιές στους μαθητές που περνούσαν. |
εκτοξεύω, εκσφενδονίζω(figurado) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) El niño catapultó los guisantes al otro lado de la habitación. |
στέλνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Leí el email de Ken, y entonces le arrojé una respuesta muy agresiva. |
εκδίδω, κυκλοφορώ, παρουσιάζω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) J. K. Rowling publicó su primera novela a los 31 años. |
ξεκινάω, ξεκινώ, αρχίζω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Inaugurarán la nueva temporada con un gran festejo. Θα ξεκινήσουν τη νέα σεζόν μ' ένα μεγάλο πάρτι. |
ρίχνω, πετάω, πετώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Tom tiró la roca en la fuente. Ο Τομ έριξε την πέτρα στο συντριβάνι. |
ρίχνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Es tu turno de tirar. |
κυκλοφορώ
(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) El martes introducirán el producto en el mercado. Το προϊόν θα κυκλοφορήσει την Τρίτη. |
ρίχνω
(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) El experimentado jugador de canicas pudo tirar muy bien. |
ρίχνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) El comandante dio orden de disparar los torpedos al barco enemigo. Ο κυβερνήτης έδωσε εντολή να ρίξουμε τις τορπίλες στο εχθρικό πλοίο. |
ξεστομίζω(coloquial, figurado) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) El hombre se enojó y escupió una sarta de groserías. |
ρίχνω, πετάω, πετώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Andie lanzó la red al agua. ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Έριξε (or: Πέταξε) το δίχτυ σε μεγάλη έκταση. |
πετάω, ρίχνωverbo transitivo (un objeto) (με κόπο) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Kate tiró el viejo sofá al contenedor. Η Κέιτ πέταξε με κόπο τον παλιό καναπέ στον κάδο απορριμάτων. |
ρίχνωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) La organización humanitaria a veces lanza suministros desde un avión en las zonas de desastre. |
ρίχνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Cuando el otro esquiador lo golpeó, lo lanzó (or: arrojó) al suelo. |
ωθώ, σπρώχνω(persona) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) El impacto lanzó al conductor por el parabrisas porque no llevaba cinturón de seguridad. |
παρουσιάζω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) La compañía planea dar a conocer su nuevo producto en primavera. Η εταιρεία σχεδιάζει να λανσάρει τη νέα γκάμα προϊόντων της την άνοιξη. |
δίνωverbo transitivo (deporte) (πάσα) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Durante el partido, hábilmente lanzó varios pases difíciles. |
λογχίζω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Un jinete que pasaba por ahí lo lanceó y él cayó al piso. Ένας διερχόμενος ιππέας τον λόγχισε και έπεσε στο έδαφος. |
αιχμή(δόρατος ή λόγχης) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Encontraron varias puntas de lanzas y monedas antiguas en el sitio arqueológico. |
όπλο εκτόξευσης βελών με αναισθητικόlocución nominal masculina (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
υποστηρίζω, υπερασπίζομαι(figurado) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
πιστόλι που εκτοξεύει βέλη με βεντούζεςlocución nominal femenina (παιχνίδι) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) ¡Billy, no apuntes la pistola lanza dardos a tu hermano! |
υποστηρίζω(figurado) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
κανόνι νερού
(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
Ας μάθουμε ισπανικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του lanza στο ισπανικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο ισπανικά.
Σχετικές λέξεις του lanza
Ενημερωμένες λέξεις του ισπανικά
Γνωρίζετε για το ισπανικά
Τα ισπανικά (español), επίσης γνωστή ως Castilla, είναι μια γλώσσα της ιβηρορομανικής ομάδας των ρομανικών γλωσσών και η 4η πιο κοινή γλώσσα στον κόσμο σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ενώ άλλες την αναφέρουν ως 2η ή 3η πιο κοινή γλώσσα. Είναι η μητρική γλώσσα περίπου 352 εκατομμυρίων ανθρώπων και ομιλείται από 417 εκατομμύρια άτομα όταν προσθέτουμε τους ομιλητές της ως γλώσσα. δευτερεύουσα (εκτιμάται το 1999). Τα ισπανικά και τα πορτογαλικά έχουν πολύ παρόμοια γραμματική και λεξιλόγιο· Ο αριθμός παρόμοιου λεξιλογίου αυτών των δύο γλωσσών είναι έως και 89%. Τα ισπανικά είναι η κύρια γλώσσα 20 χωρών σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ομιλητών της Ισπανικής είναι μεταξύ 470 και 500 εκατομμύρια, καθιστώντας τα δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο ως προς τον αριθμό των φυσικών ομιλητών.