Τι σημαίνει το next to στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης next to στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του next to στο Αγγλικά.

Η λέξη next to στο Αγγλικά σημαίνει δίπλα σε κτ/κπ, σχεδόν, εκτός από, πάμφθηνα, τζάμπα, σχεδόν αδύνατος, προτελευταίος, προτελευταίος, ελάχιστος, ακριβώς δίπλα σε, στέκομαι πλάι σε κπ, είμαι δίπλα σε κπ. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης next to

δίπλα σε κτ/κπ

preposition (beside, adjacent to)

The house next to the golf course has great views across the fairway.
Το σπίτι δίπλα στο γήπεδο του γκολφ έχει υπέροχη θέα.

σχεδόν

preposition (figurative (almost)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
It's worth next to nothing in that condition.
Δεν αξίζει σχεδόν τίποτα σ' αυτήν την κατάσταση.

εκτός από

preposition (figurative (aside from, after)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
I love William; next to my husband, he is my best friend.

πάμφθηνα, τζάμπα

expression (very cheaply)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
When we were first married we bought an old couch for next to nothing. At a yard sale you can buy anything you want for next to nothing.
Όταν παντρευτήκαμε αγοράσαμε έναν παλιό καναπέ πάμφθηνα. Σε ένα παζάρι μπορείς να αγοράσεις οτιδήποτε θελήσεις τζάμπα.

σχεδόν αδύνατος

adjective (almost impossible)

(φράση ως επίθετο ή επιθετικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ. άτομο υψηλής νοημοσύνης, άριστης ποιότητας υλικά κλπ.)
It was next to impossible to get tickets for the concert.

προτελευταίος

expression (penultimate, second to last)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
My daughter was upset because her team finished next to last in the league. November is the next-to-last month of the year.
Η κόρη μου ήταν αναστατωμένη γιατί η ομάδα της βγήκε προτελευταία στο πρωτάθλημα. Ο Νοέμβρης είναι ο προτελευταίος μήνας του χρόνου.

προτελευταίος

noun (one before last)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
The British cyclist didn't do very well in the race; he was next to last.

ελάχιστος

noun (very little)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
After paying that huge telephone bill, I have next to nothing left in the bank. She managed to prepare a sumptuous meal from next to nothing.
Μου έμειναν ελάχιστα χρήματα στην τράπεζα, αφότου πλήρωσα τον υπέρογκο τηλεφωνικό λογαριασμό. Κατάφερε να ετοιμάσει ένα πλουσιοπάροχο γεύμα σχεδόν από το τίποτα (or: με ελάχιστα υλικά).

ακριβώς δίπλα σε

expression (immediately beside)

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
I have a clock and a lamp right next to my bed.

στέκομαι πλάι σε κπ, είμαι δίπλα σε κπ

verbal expression (figurative (show solidarity with) (μτφ: συμπαράσταση)

(ρηματική έκφραση: Συνδυασμός βοηθητικού ρήματος και ουσιαστικού, επιθέτου ή μετοχής, π.χ. γίνομαι γιατρός, είμαι ψηλός, είμαι κουρασμένος κλπ.)
She stood next to her husband throughout the whole time when his business affairs were under investigation.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του next to στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του next to

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.