Τι σημαίνει το sentence στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης sentence στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του sentence στο Αγγλικά.
Η λέξη sentence στο Αγγλικά σημαίνει πρόταση, απόφαση, καταδικάζω, ποινή, δίπτυχη πρόταση, ολοκληρωμένη πρόταση, σύνθετη πρόταση, σύνθετη πρόταση, ποινή εγκλεισμού, θανατική ποινή, διάρκεια ποινής, ολόκληρη πρόταση, στα μισά της πρότασης, ισόβια, άστικτη ασύνδετη πρόταση, απόσπασμα πρότασης, μέγεθος της πρότασης, καταδίκη σε θάνατο, συντακτική δομή, απλή πρόταση, ποινή με αναστολή, θεματική πρόταση. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης sentence
πρότασηnoun (grammatical unit) (γραμματική) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) The second sentence has a spelling error that needs correction. ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Η εξαρτημένη περίοδος χωρίζεται από την κύρια με κόμμα. |
απόφασηnoun (law: judgment) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) The judge will decide on the sentence after reading the medical reports. |
καταδικάζωtransitive verb (pronounce sentence) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) The judge sentenced the convicted to thirty years in prison. Ο δικαστής επέβαλε στον κατάδικο ποινή τριακονταετούς φυλάκισης. |
ποινήnoun (law: punishment) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) The prisoner faced a longer sentence if he did not confess. |
δίπτυχη πρότασηnoun (grammatical structure) (γλωσσολογία) |
ολοκληρωμένη πρότασηnoun (phrase: subject, verb) (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) Please state your answers in complete sentences. |
σύνθετη πρότασηnoun (sentence with dependent clauses) |
σύνθετη πρότασηnoun (sentence type) |
ποινή εγκλεισμούnoun (prison term) (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) |
θανατική ποινήnoun (law: punishment of execution) |
διάρκεια ποινήςnoun (duration of a prison term) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) He won't have to serve the full sentence: he'll get time off for good behavior. |
ολόκληρη πρότασηnoun (complete grammatical structure) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) A full sentence always contains (or implies) a subject and a verb. A full sentence begins with a capital letter and ends with a period, question mark or exclamation mark. Μια ολόκληρη πρόταση περιέχει (ή υποδηλώνει) ένα υποκείμενο και ένα ρήμα. Μια ολόκληρη πρόταση αρχίζει με κεφαλαίο γράμμα και τελειώνει με τελεία, ερωτηματικό ή θαυμαστικό. |
στα μισά της πρότασηςadverb (halfway through saying [sth]) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) I find it very hard to stay focused when you keep interrupting me in mid-sentence. |
ισόβιαnoun (long prison term) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) My brother's serving a life sentence for kidnapping. |
άστικτη ασύνδετη πρότασηnoun (grammatical clauses joined incorrectly) (γραμματική, λάθος πρόταση) (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) This is an example of a run-on sentence because it contains several thoughts and besides it has too many words. |
απόσπασμα πρότασηςnoun (incomplete grammatical phrase) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
μέγεθος της πρότασηςnoun (how long or short a grammatical phrase is) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
καταδίκη σε θάνατοnoun (being condemned to execution) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) The judge passed a sentence of death on the convicted murderer. |
συντακτική δομήnoun (syntax) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Using simpler sentence structure would make your writing easier to read. |
απλή πρόταση(linguistics) |
ποινή με αναστολήnoun (law: deferred decision) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) He was given a suspended sentence after admitting dangerous driving. |
θεματική πρότασηnoun (linguistics) |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του sentence στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του sentence
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.