Τι σημαίνει το trazer στο πορτογαλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης trazer στο πορτογαλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του trazer στο πορτογαλικά.

Η λέξη trazer στο πορτογαλικά σημαίνει φέρνω, μεταφέρω, φέρνω, παίρνω μαζί μου, φέρνω μαζί μου, φέρνω, ανεβάζω στη σκηνή, φέρνω, φέρνω, φέρνω, φέρνω κπ για ανάκριση, ξεβράζομαι, φέρνω, φάκελος στήριξης, φάκελος ανάρτησης, παίρνω μαζί μου, φέρνω, αποσπώ, συστήνω κπ στους γονείς, γνωρίζω κπ στους γονείς, φέρνω κπ/κτ στο μυαλό μου, υπενθυμίζω, ανασταίνω, κτ δεν με αφήνει σε ησυχία, ξυπνάω αναμνήσεις σε κπ, εφιστώ την προσοχή κπ σε κτ, δίνω αναφορά σε κπ, δίνω λογαριασμό σε κπ, θυμίζω, ξεκινώ, αρχίζω, αποσπώ,εκμαιεύω, αποκαθιστώ την ειρήνη, φέρνω ειρήνη, επαναφέρω, επαναθίγω, φέρνω,κουβαλάω, φέρνω στην επιφάνεια, ζωντανεύω, γρουσουζεύω, ανασύρω, ψαρεύω, που με συνεφέρνει, που με ξεμεθάει, κάνω κπ να σοβαρέψει. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης trazer

φέρνω, μεταφέρω

verbo transitivo (carregar)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Traga aquela cadeira ali, pode ser?
Μπορείς να φέρεις, εδώ, εκείνη την καρέκλα;

φέρνω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Você quer que eu traga algumas guloseimas da loja?
Θέλεις να φέρω μερικά σνακ από το μαγαζί;

παίρνω μαζί μου, φέρνω μαζί μου

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Não é um jantar reservado, então, por favor, convide seus amigos e traga uma garrafa de vinho.
Δεν πρόκειται για ιδιωτικό γεύμα, επομένως σας παρακαλώ προσκαλέστε τους φίλους σας και φέρτε ένα μπουκάλι κρασί μαζί σας.

φέρνω

verbo transitivo (παίρνω μαζί μου)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Devo trazer vinho?
Να φέρω κρασί μαζί μου;

ανεβάζω στη σκηνή

verbo transitivo

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Era hora de trazer o próximo ato.
Ήρθε η ώρα να ανέβει η επόμενη πράξη επί σκηνής.

φέρνω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

φέρνω

verbo transitivo (άτομο)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Traga um amigo quando vier jantar.
Φέρε και κάποιον φίλο σου, όταν έρθεις για το δείπνο.

φέρνω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Normalmente um novo técnico traz sua própria equipe de assistentes.

φέρνω κπ για ανάκριση

verbo transitivo

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

ξεβράζομαι

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Το ξύλο ξεβράστηκε στην ακτή.

φέρνω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Eu levo o carro até a sua casa se você me levar até em casa depois.
Αν με πας σπίτι μετά, θα φέρω το αυτοκίνητο στο σπίτι σου.

φάκελος στήριξης, φάκελος ανάρτησης

(BRA)

(φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.)
Anthony quebrou o braço e tem que usar uma tipoia.
Ο Άντονυ έσπασε το χέρι του και πρέπει να φορά έναν φάκελο στήριξης.

παίρνω μαζί μου, φέρνω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

αποσπώ

(figurado)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
O psiquiatra extraiu dela os segredos enterrados há muito tempo
Ο ψυχίατρος της απέσπασε τα μυστικά που έκρυβε για καιρό.

συστήνω κπ στους γονείς, γνωρίζω κπ στους γονείς

locução verbal (apresentar namorado aos pais)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Estamos nervosos porque ela vai trazer o namorado em casa hoje.
Είμαστε αγχωμένοι, γιατί θα μας γνωρίσει τον φίλο της απόψε.

φέρνω κπ/κτ στο μυαλό μου

locução verbal

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
O cheiro do pão a cozer faz lembrar os anos que passei no colégio interno.

υπενθυμίζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Sua história me faz lembrar de quando usei meu vestido de noite para uma reunião de equipe.

ανασταίνω

expressão verbal

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

κτ δεν με αφήνει σε ησυχία

expressão verbal

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

ξυπνάω αναμνήσεις σε κπ

expressão verbal

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

εφιστώ την προσοχή κπ σε κτ

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

δίνω αναφορά σε κπ, δίνω λογαριασμό σε κπ

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

θυμίζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Sua música evocou uma lembrança de quando visitei a Irlanda.
Το τραγούδι σου μου έφερε στο νου μια ανάμνηση απ' τον καιρό που επισκέφτηκα την Ιρλανδία.

ξεκινώ, αρχίζω

locução verbal (criar, começar)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

αποσπώ,εκμαιεύω

expressão verbal

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

αποκαθιστώ την ειρήνη, φέρνω ειρήνη

expressão

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

επαναφέρω, επαναθίγω

locução verbal (assunto) (θέμα)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

φέρνω,κουβαλάω

expressão verbal (κυριολεκτικά,γάτες)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

φέρνω στην επιφάνεια

locução verbal (μεταφορικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Προσπάθησε να φέρεις στην επιφάνεια κάτι από το παρελθόν του, το οποίο να μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε εναντίον του.

ζωντανεύω

expressão

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Uma fada trouxe de volta à vida o boneco Pinóquio.

γρουσουζεύω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

ανασύρω

locução verbal (μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

ψαρεύω

(figurado) (μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
É a função de um repórter de tabloide escavar informações escandalosas.
Είναι δουλειά των ρεπόρτερ του κίτρινου τύπου να ψαρεύουν σκανδαλιστικές πληροφορίες.

που με συνεφέρνει, που με ξεμεθάει

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

κάνω κπ να σοβαρέψει

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
A notícia da morte de sua amiga trouxe seriedade para Katherine.

Ας μάθουμε πορτογαλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του trazer στο πορτογαλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο πορτογαλικά.

Σχετικές λέξεις του trazer

Γνωρίζετε για το πορτογαλικά

πορτογαλικά (português) είναι μια ρωμαϊκή γλώσσα εγγενής στην Ιβηρική χερσόνησο της Ευρώπης. Είναι η μόνη επίσημη γλώσσα της Πορτογαλίας, της Βραζιλίας, της Αγκόλας, της Μοζαμβίκης, της Γουινέας-Μπισάου, του Πράσινου Ακρωτηρίου. Τα Πορτογαλικά έχουν μεταξύ 215 και 220 εκατομμύρια φυσικούς ομιλητές και 50 εκατομμύρια ομιλητές δεύτερης γλώσσας, ήτοι συνολικά περίπου 270 εκατομμύρια. Τα πορτογαλικά συχνά αναφέρονται ως η έκτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, τρίτη στην Ευρώπη. Το 1997, μια ολοκληρωμένη ακαδημαϊκή μελέτη κατέταξε τα πορτογαλικά ως μία από τις 10 γλώσσες με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της UNESCO, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά είναι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες ευρωπαϊκές γλώσσες μετά τα αγγλικά.